Στό σκοτάδι μαστορεύουν πέντε ποντικοί
Τί σκερπάνια! Τί πριόνια! Τί μαστορική!
Σέ ντουλάπι νοικοκύρη βάλθηκαν νά μποῦν
κράτς! ὁ ἕνας, κρίτς! ὁ ἄλλος, κόβουν καί τρυποῦν.
Εἶναι νύχτα καί στό σπίτι τό’ ριξαν βαριά.
Ἐτεμπέλιασεν ὁ γάτος δίπλα στήν φωτιά.
Μόνο ἡ φάκα στό ντουλάπι κάθεται ξυπνή
κι΄ ἀφουγκράζεται τόν κλέφτη κι΄ ὧρες ἀγρυπνεῖ.
Μά τά δόντια τους ἀνοίξαν τρύπα φοβερή.
Νά τους! Μπαίνουν ἕνας-ἕνας, βόσκουν στό τυρί,
παξιμάδια ροκανίζουν στό γλυκό βουτοῦν
κουβεντιάζουν, σουλατσάρουν, σιγοπερπατοῦν.
Κι΄ ὁ μικρός ὁ Ποντικούλης, πού ὅλο τριγυρνᾶ,
μές στήν φάκα μπαινοβγαίνει καί τήν ἐκουνᾶ.
Φράπ! ἐκείνη τόν γραπώνει καί τόν ἔχει ἐκεῖ.
Γιά τούς πέντε ὁ Ποντικούλης μπῆκε φυλακή.
Ζαχαρίας Παπαντωνίου